Σοβαρό πρόβλημα στο νέο νόμο για τα αυθαίρετα που συζητείται στη Βουλή, προκαλεί η γνωμοδότηση της Επιστημονικής Υπηρεσίας του Κοινοβουλίου.
Η Υπηρεσία βάζει στο τραπέζι ζητήματα συνταγματικότητας βασικών διατάξεων του νομοσχεδίου, ζητώντας ουσιαστικά από τον αρμόδιο υπουργό, κ. Καλαφάτη, να προχωρήσει σε αλλαγές.
«Οριστική εξαίρεση αυθαιρέτου από την κατεδάφιση επιτρέπεται, κατά τρόπο συνταγματικώς ανεκτό, κατ’ αρχήν μόνο για τα παλαιά αυθαίρετα, δηλαδή όσα ανεγέρθηκαν μέχρι την 31.01.1983, ημερομηνία που ορίσθηκε από τον ν. 1337/1983 (σ.σ. νόμος Τρίτση). Τα μεταγενεστέρως ανεγερθέντα αυθαίρετα κτίσματα δεν επιτρέπεται, κατά κανόνα, να εξαιρούνται της κατεδάφισης», αναφέρεται στην έκθεση.
Κατ’ εξαίρεση, ωστόσο, σύμφωνα πάντα με την έκθεση και βάσει της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, είναι δυνατή η οριστική εξαίρεση από την κατεδάφιση νέων αυθαίρετων κατασκευών εφόσον πρόκειται είτε για ήσσονος σημασίας παραβάσεις, είτε για περιπτώσεις, ειδικώς προβλεπόμενες στον νόμο, οι οποίες υπηρετούν μείζονος σημασίας συνταγματικό σκοπό (π.χ. κατασκευές που είχαν χτιστεί για την εξυπηρέτηση των Ολυμπιακών Αγώνων).
Επί των άρθρων 13, 14, 15 και 16 – παρέχουν τη δυνατότητα υπαγωγής στις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου αυθαιρέτων κατασκευών ή χρήσεων σε κτίρια ευρισκόμενα σε παραδοσιακούς οικισμούς ή τμήματος πόλης, σε διατηρητέα κτίρια, καθώς και σε κτίρια και εγκαταστάσεις που ανήκουν στο Δημόσιο και σε δημόσιες επιχειρήσεις – η Επιστημονική Υπηρεσία θέτει ερωτηματικά κατά πόσον οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εναρμονίζονται με τη συνταγματική επιταγή του άρθρου 24 (παρ. 2 και της παρ. 6), δεδομένου ότι παραβιάζεται η ρητή συνταγματική επιταγή για τη διατήρηση της φυσιογνωμίας και του παραδοσιακού πολεοδομικού του ιστού.
Σημαντικό ζήτημα τίθεται για τα άρθρα 7 και 8 τα οποία περιλαμβάνουν διατάξεις για εξαίρεση από την κατεδάφιση και αναστολή είσπραξης προστίμων και επιβολής κυρώσεων για τις υφιστάμενες έως την 28.7.2011 αυθαίρετες κατασκευές ή χρήσεις.
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, είναι αντίθετες με το Σύνταγμα ρυθμίσεις με τις οποίες επιτρέπεται η υπό όρους εξαίρεση από την κατεδάφιση αυθαίρετων κατασκευών που ανεγείρονται μετά τη θέσπιση πολεοδομικών κανόνων και κατά παράβαση των διατάξεων που αφορούν όρους, περιορισμούς δομήσεως ή χρήσεις γης (νέες κατασκευές).
Πάντως, για τις κατασκευές που ευρίσκονται σε περιοχές εκτός σχεδίου πόλεως και έχουν ανεγερθεί έως τις 31.1.1983, η κρίση περί οριστικής εξαιρέσεως από την κατεδάφιση, σύμφωνα με την Υπηρεσία, «είναι επιτρεπτή μόνον εάν προηγηθεί ένταξη της περιοχής αυτής σε πολεοδομικό σχέδιο, διότι διαφορετικά το αποτέλεσμα θα ήταν η γενικευμένη νομιμοποίηση αυθαιρέτων που θα καθιστούσε αδύνατο ή λίαν δυσχερή τον ορθολογικό σχεδιασμό κατά τους ανωτέρω κανόνες (ΣτΕ 3356/2005)».
Για τις κατασκευές που χτίστηκαν μετά τις 31.1.1983 ισχύει ο κανόνας της κατεδαφίσεως.
Για τα άρθρα 32, 33, 34, 35 και 37 που αναφέρονται στην Τράπεζα Γης και στη μεταφορά συντελεστή δόμησης η Επιστημονική Υπηρεσία επισημαίνει ότι οι παρεκκλίσεις από τους γενικούς όρους δόμησης, οι οποίες γίνονται δια μεταφοράς συντελεστή μπορούν να επιτραπούν μόνο σε καθορισμένες ζώνες, γνωστές εκ των προτέρων στους πολίτες, οι οποίες πρέπει να αποτυπώνονται σε διάγραμμα δημοσιευμένο στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, ο θεσμός της μεταφοράς είναι μεν κατά το Σύνταγμα αποζημιωτικός όμως εντάσσεται και αυτός στο γενικό πολεοδομικό σχεδιασμό, ο οποίος γίνεται με τα κριτήρια του άρθρου 24 παρ. 2 του Συντάγματος
«Δεδομένου ότι η μεταφορά συντελεστή δόμησης εντάσσεται στον πολεοδομικό σχεδιασμό, δημιουργείται προβληματισμός ως προς το πώς διασφαλίζεται η εναρμόνιση αυτού του ηλεκτρονικού συστήματος καταγραφής και διαχείρισης τίτλων δικαιώματος συντελεστή δόμησης προς τον ευρύτερο πολεοδομικό σχεδιασμό, λαμβανομένου υπόψη και του ότι φορέας της Τράπεζας Γης δύναται να είναι ιδιώτης, φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Ερωτάται, περαιτέρω, αν, εν τοις πράγμασι, ο ανωτέρω φορέας θα συμμετέχει κατ’ αυτόν τον τρόπο στον πολεοδομικό σχεδιασμό και υπό ποιες προϋποθέσεις», αναφέρει η Επιστημονική Υπηρεσία.
Ο κ. Καλαφάτης ανέφερε ότι το σύνολο των διατάξεων του νόμου περιέχει έντονα πολεοδομικά χαρακτηριστικά. «Έχουμε θέσει στον πυρήνα κάθε ρύθμισης την έννοια του πολεοδομικού σχεδιασμού με αλληλοσυμπληρούμενες διατάξεις», υποστήριξε. Τόνισε μάλιστα ότι «αυτό που γίνεται με το παρόν νομοσχέδιο- για αυτό και θεωρούμε ότι αντιμετωπίζουμε το ζήτημα συνταγματικότητας- είναι ότι “ξεμπλοκάρει” τη δυνατότητα, όπου αυτή υπάρχει, για να γίνει ο προαπαιτούμενος πολεοδομικός σχεδιασμός».
Ο κ. Καλαφάτης επεσήμανε τις τρεις προϋποθέσεις που θέτει ο νέος νόμος:
- Η πρώτη έχει να κάνει με τη χωροθέτηση. Να βρίσκεται το ακίνητο σε περιοχή η οποία με διαπιστωτική απόφαση, που εκδίδεται από τον υπουργό Περιβάλλοντος, είναι από εκείνες που έχουν επιλεγεί για να ολοκληρωθεί ο πολεοδομικός σχεδιασμός.
- Η δεύτερη σχετίζεται με την ακρίβεια των στοιχείων που καταθέτει ο πολίτης. Θα πραγματοποιείται έλεγχος των υποβαλλόμενων στοιχείων, από ελεγκτή δόμησης, εντός προθεσμίας 7 ετών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
- Η τρίτη αφορά τον συντελεστή δόμησης. Αν υπάρχει υπέρβαση είναι δυνατή η ανταλλαγή ή εξαγορά, μέσω της ηλεκτρονικής διαδικασίας της Τράπεζας Γης, συντελεστή δόμηση ίσου με την υπέρβαση δόμησης που έχει πραγματοποιηθεί, εντός 7 ετών, από την δημοσίευση του νόμου.
«Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι αυτή είναι η καλύτερη λύση. Έχει στέρεα νομική βάση. Ευρύτητα στο σχεδιασμό γιατί βλέπει τον εθνικό χώρο ως ενιαίο. Και περιγράφει μια υγιή σχέση του πολίτη με το κράτος», τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός.
Σε ό,τι αφορά τις κατεδαφίσεις, ο κ. Καλαφάτης ανέφερε ότι «εισάγονται αντικειμενικά κριτήρια στη διαδικασία ιεράρχησης κατεδαφίσεων και επιλύονται πρακτικά προβλήματα για να προχωρήσουν».
RE+D Magazine
Speak Your Mind
You must be logged in to post a comment.