Σε αναζήτηση μεγάλων αγροτικών εκτάσεων στην ελληνική επικράτεια, κατάλληλων για γεωργικές εκμεταλλεύσεις μεγάλης κλίμακας, βρίσκονται ξένοι αλλά και Ελληνες επενδυτές στo πλαίσιo μιας ευρύτερης διεθνούς τάσης που προσανατολίζεται σε τοποθετήσεις στις αγροτικές γαίες.
Με όπλο την τεχνολογία και συγκεκριμένα τις πρακτικές της «γεωργίας ακριβείας» ή αλλιώς precision farming ή και precision agriculture, οι οποίες επιτρέπουν τη μεγιστοποίηση της παραγωγής και τη μείωση του κόστους της, οι επενδυτές αναζητούν στην Ελλάδα ενιαίες εκτάσεις της τάξης των 500 στρεμμάτων τουλάχιστον, με σκοπό την ανάπτυξη της καλλιέργειας κυρίως ελαιόδεντρων από ποικιλίες που μπορούν να δώσουν καρπό από πολύ μικρή ηλικία, αλλά και αμπελοκαλλιεργειών.
Ο συνήθης κατακερματισμός ωστόσο της ελληνικής αγροτικής ιδιοκτησίας οδηγεί σε μεγάλες καθυστερήσεις στην εξεύρεση τέτοιων εκτάσεων. Oμως άνθρωποι που είναι σε θέση να γνωρίζουν τις εξελίξεις σημειώνουν ότι η νέα εποχή για την αγροτική οικονομία έχει ήδη ανατείλει και μεγάλα συμφέροντα, που περιλαμβάνουν από hedge funds και κρατικά επενδυτικά οχήματα έως πολυεθνικούς κολοσσούς που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή και εμπορία αγροτικών μηχανημάτων και ιδιώτες επενδυτές, σαρώνουν αναδυόμενες αγορές και αγορές της ευρωπαϊκής περιφέρειας, αναμορφώνοντας τον χάρτη της αγροτικής παραγωγής και ιδιοκτησίας του πλανήτη.
Οι αποδόσεις των επενδύσεων αυτών ανέρχονται έως και σε 30% από την εκμετάλλευσή τους χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι υπεραξίες της γης που δημιουργούνται και η προοπτικά αυξανόμενη ζήτηση για αγροτικά προϊόντα που μπορούν να πολλαπλασιάσουν την απόδοση ιδίων κεφαλαίων, σχολιάζει Ελληνας επιχειρηματίας που αναζητεί κατάλληλες γεωργικές εκτάσεις σε συνεργασία με ξένους επενδυτές. Αλλωστε, τα στοιχεία για την επενδυτική αυτή τάση, παγκοσμίως, είναι συγκλονιστικά.
Η αγροτική γη, σύμφωνα με τη Macquarie Agricultural Funds Management, αποτελεί παγκόσμια αγορά αξίας 8,4 τρισ. δολαρίων.
Τα τελευταία λίγα χρόνια θεσμικοί επενδυτές έχουν τοποθετήσει περί τα 30 με 40 δισ. δολ. στην εξαγορά τέτοιων εκτάσεων και η δραστηριότητά τους αυτή κλιμακώνεται καθώς αλλάζουν οι δομές της παγκόσμιας ιδιοκτησίας γης. Το μεγάλο επισιτιστικό πρόβλημα που τροφοδοτείται και από το δημογραφικό προφίλ των αναδυόμενων αγορών, αλλά και τα βιοκαύσιμα, έχει οδηγήσει τις τιμές των σιτηρών και άλλων τροφίμων πρωτογενούς παραγωγής σε ιστορικά υψηλά επίπεδα δημιουργώντας εύφορο έδαφος για υψηλές αποδόσεις.
Sovereign funds, ασφαλιστικά ταμεία, πλούσιοι ιδιώτες, private equities και κυβερνήσεις ανταγωνίζονται για να ελέγξουν τις διατροφικές πηγές του αύριο, σημειώνει επιχειρηματίας με συμφέροντα στην αγροτική παραγωγή. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Deutsche Bank για τις αγροτικές γαίες, από το 2000 στη γεωργία καταγράφονται συναλλαγές επενδυτών που υπερβαίνουν τα 830 εκατ. στρέμματα γης στις αναπτυσσόμενες χώρες. Πρόκειται για το 1,7% της γεωργικής έκτασης του πλανήτη, επισημαίνει η γερμανική τράπεζα προσθέτοντας πως οι περισσότεροι από τους ενδιαφερόμενους επενδυτές κοιτούν κυρίως φτωχές χώρες με προβληματική αλλά ελεγχόμενη διακυβέρνηση, υψηλή απόδοση και καλή προσβασιμότητα.
Αφρική – Βραζιλία
Τα δύο τρίτα της γεωργικής γης που είναι στο στόχαστρο των αγορών βρίσκονται στην Αφρική, κυρίως στην υποσαχάρια, ενώ μεγάλο είναι και το ποσοστό που καλύπτει η Βραζιλία. Οι επενδυτές αυτοί συχνά αντιπροσωπεύουν δημόσια, κρατικά συμφέροντα και προέρχονται από τις αναδυόμενες χώρες, ιδιαίτερα την Κίνα, την Ινδία, τη Βραζιλία και τη Μαλαισία. Ομως γερμανικά, αμερικανικά και άλλα funds συμμετέχουν επίσης και συχνά μεσολαβούν μεταξύ πωλητών και αγοραστών και καρπώνονται σημαντικές υπεραξίες. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι ιδιώτες επενδυτές είναι κυρίως από την Αμερική και την Ευρώπη και από χώρες του Περσικού Κόλπου.
Σύμφωνα με την Deutsche Bank (η οποία όπως και πολλές άλλες επενδυτικές τράπεζες έχει περιλάβει τις επενδύσεις σε αγροτικές εκτάσεις στο επενδυτικό χαρτοφυλάκιο που προτείνει στους υψηλότατου εισοδηματικού επιπέδου πελάτες της), μεγάλοι αγοραστές παγκοσμίως είναι το αμερικανικό συνταξιοδοτικό ταμείο TIAA-CREF Retirement Equity Fund που έχει αγοράσει 4,2 εκατ. στρέμματα έναντι 1,24 δισ. δολ. στη Βραζιλία, η γερμανική αγροτική επενδυτική εταιρεία Acazis που έχει αποκτήσει 2 εκατ. στρέμματα στην ίδια χώρα και 560 χιλιάδες στρέμματα έναντι 77 εκατ. δολ. στην Αιθιοπία, το κρατικό Abu Dhabi Fund for Development με 300 χιλιάδες στρέμματα στο Σουδάν και η σαουδαραβική Al Amoudi σε περισσότερες από μία χώρες.
Αλλοι παίκτες που σαρώνουν τον πλανήτη για ευκαιρίες είναι οι Brookfield Asset Management, Louis Dreyfus, Mitsui, Hyundai, Black River Asset Management και Sollus Capital. Δεκάδες ακόμα επιχειρήσεις και funds έχουν ανοίξει το εύρος των δραστηριοτήτων τους προς αυτή την κατεύθυνση.
Του ΗΛΙΑ Γ. ΜΠΕΛΛΟΥ
Πηγή: Η Καθημερινή
Speak Your Mind
You must be logged in to post a comment.