Ασκηση πιέσεων σε αεροπορικές για τους ρύπους

 

takeoffΟι αεροπορικές εταιρείες θα αναγκαστούν να περιορίσουν τις εκπομπές ρύπων, ώστε να αποφύγουν να αγοράσουν δικαιώματα. Οταν ένα άτομο ταξιδεύει μετά επιστροφής με αεροπλάνο από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη συμβάλλει σε εκπομπές καυσαερίων περίπου όσο και ο μέσος κάτοικος της Ευρώπης για τη θέρμανσή του σε ένα ολόκληρο έτος! Το εντυπωσιακό αυτό στοιχείο αποκαλύπτει τη μεγάλη συμβολή των αερομεταφορών στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και στην ατμοσφαιρική ρύπανση. Παρ’ όλα αυτά, οι μετακινήσεις με αεροπλάνα δεν έχουν ενταχθεί ακόμα ολοκληρωμένα στα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και σε αυτά για τον περιορισμό των ρύπων. Υπολογίζεται ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τις αεροπορικές πτήσεις αποτελούν στην Ευρωπαϊκή Ενωση το 3% του σύνολου, με τη μεγαλύτερη ευθύνη να έχουν οι υπερατλαντικές και γενικότερα οι διεθνείς πτήσεις.

Ο τομέας της αεροπλοΐας δεν συμπεριλήφθηκε στις ρυθμίσεις του πρωτοκόλλου του Κιότο, παρότι είχε σημαντική συμμετοχή στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και κυρίως διαρκώς αυξανόμενο μερίδιο στις μετακινήσεις. Ο Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) υπολογίζει ότι το 2020 οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από αεροσκάφη θα έχουν αυξηθεί κατά 70% σε σχέση με το 2005, ακόμη και αν επιτευχθεί μια βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας κατά 2% το έτος. Μάλιστα, με βάση τις σημερινές τάσεις, ο ICAO υπολογίζει ότι μέχρι το 2050 μπορεί να υπάρχει αύξηση των εκπομπών κατά 300-700% επιπλέον!

Εστω και καθυστερημένα, η Ευρωπαϊκή Ενωση κινήθηκε προσπαθώντας να περιορίσει τις εκπομπές, αξιοποιώντας βέβαια το αμφισβητούμενο εργαλείο των δικαιωμάτων εκπομπών. Δηλαδή, σε κάθε αεροπορική εταιρεία –ανάλογα με το μεταφορικό έργο που επιτελεί– δίνονται δικαιώματα για τις ποσότητες που μπορεί να εκπέμπει, ενώ για τις υπόλοιπες πρέπει να αγοράσει δικαιώματα από το Σύστημα Εμπορίας. Με τον τρόπο αυτό, υπολογίζεται ότι η κάθε εταιρεία θα υποχρεωθεί να βελτιώσει την αποδοτικότητα της ενεργειακής της κατανάλωσης, να εξορθολογίσει τα δρομολόγιά της, γενικότερα να περιορίσει τις εκπομπές της, μπροστά στην απειλή της υποχρέωσης αγοράς δικαιωμάτων. Η Ε.Ε. υπολόγιζε ότι μέχρι το 2015 θα μπορούσαν να εξοικονομηθούν 176 εκατ. τόνοι διοξειδίου του άνθρακα. Βεβαίως, το πρώτο πρόβλημα στην προσέγγιση αυτή προκλήθηκε καθώς η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρώπη λόγω ύφεσης έχει οδηγήσει στο να είναι πολύ φθηνός στο «χρηματιστήριο ρύπων» ο τόνος CO2, άρα η οικονομική πίεση προς τις αεροπορικές εταιρείες να είναι πολύ μικρή.

Αίτημα επανεξέτασης
Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως παρουσιάστηκε από τις αντιδράσεις χωρών εκτός Ε.Ε., ειδικά από όσες διατηρούν πυκνές και πολυπληθείς πτήσεις από και προς Ευρώπη: Ηνωμένες Πολιτείες, Κίνα και Ινδία. Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Ενωσης αφορούσε όλες τις πτήσεις και τις εσωτερικές στην Ε.Ε., αλλά και τις εξωτερικές, οι οποίες προσγειώνονται ή απογειώνονται σε αεροδρόμια των 27 κρατών–μελών. Ουάσιγκτον, Πεκίνο και Νέο Δελχί, αλλά και άλλες χώρες, αντέδρασαν στην απόφαση της Ε.Ε. και ζήτησαν επανεξέταση, χωρίς να αποκλείουν και οικονομικά μέτρα απάντησης (ΗΠΑ) και σε κάθε περίπτωση συζήτηση σε επίπεδο ΟΗΕ (Κίνα). Ετσι, αν κι επρόκειτο να αρχίσει η εφαρμογή των μέτρων από το 2013, ανακοινώθηκε η επ’ αόριστον αναστολή εφαρμογής για τις εκτός Ε.Ε. πτήσεις.

Η αρμόδια επίτροπος για το Κλίμα, Κόνι Χίδεγκαρντ, δήλωσε πως το μέτρο «παγώνει» μέχρι να διαμορφωθεί –ύστερα από διάλογο– μια κοινή προσέγγιση για την οριστική αντιμετώπισή του. Οι ρυθμίσεις βέβαια ισχύουν για τις ενδοκοινοτικές πτήσεις και αναμένεται να ενεργοποιηθούν μέσα στους επόμενους μήνες. Υπολογίζεται ότι το κόστος από την εφαρμογή των μέτρων είναι 1–2 ευρώ σε κάθε εισιτήριο, στις σημερινές όμως εξαιρετικά χαμηλές τιμές των δικαιωμάτων ρύπων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποχρεούται να προστατεύσει τους επιβάτες από τη μεταβίβαση του κόστους και, βεβαίως, να διαμορφώσει όρους μείωσης των εκπομπών από τα αεροσκάφη.

Του ΓΙΑΝΝΗ ΕΛΑΦΡΟΥ

Πηγή: Η Καθημερινή

Speak Your Mind